ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ
ΣΤΙΣ ΕΛΕΝΕΣ
ΚΑΙ
ΣΤΟΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΣ.
Σήμερα γιορτάζουν και οι :
Ελένη, Ελενα, Ελεάννα, Ελεάνα, Λένα, Ελενιώ, Ελενίτσα, Λενίτσα, Λένγκω, Λενιώ, Ελεωνόρα, Ελεονόρα, Ελεονώρα, Νόρα, Μαριλένα,
Κωνσταντίνος, Κωσταντίνος, Κων/νος, Κων/τίνος, Κώστας, Κωστής, Κώτσος, Κώτσαρης, Κωστάκης, Κωτσάκης, Κωστάρας, Κωστάλας, Νάντια, Κωνσταντίνα, Κωσταντίνα, Κωστούλα, Ντίνα, Τίνα.
Αγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη.
Ιmperator Ceasar Clavdius Valerius Constantinus Augustus ήταν το πλήρες όνομα του Μ. Κωνσταντίνου από το 324 που έγινε μονοκράτωρ. Κώνστας είναι η constantia είναι η σταθερότης, η δύναμη του χαρακτήρος, και τα δύο από το ρήμα ίσταμαι και ίστημι, επομένως η προέλευση του ονόματός του εννοιολογικά είναι αρχαιοελληνική, ελληνική. Η στάση των ιστορικών απέναντι στο Μέγα Κωνσταντίνο είναι αντιφατική, άλλοι τον θεωρούν μέγα θαύμα της ιστορίας και άλλοι κυρίως ειδωλολάτρες όπως ο Ζώσιμος, τον θεωρούν καιροσκόπο. Η Ιστορία όμως τον δικαίωσε.
Η Αγία Ελένη γεννήθηκε το 249 μ.Χ. στο Δρέπανο (σημερινή Γιάλοβα) της Βιθυνίας. Αργότερα, ο Μέγας Κωνσταντίνος μετονόμασε το Δρέπανο σε Ελενόπολις, για να τιμήσει τη μητέρα του. Τη χρονολογία γέννησης την συμπεραίνουμε από την πληροφορία που μας δίνει ο Ευσέβιος (VC., 3.46) ότι η Αγία Ελένη πέθανε σε ηλικία 80 χρονών σε συνδυασμό με ιστορικά στοιχεία.
O πατέρας της ήταν ξενοδόχος, που εκείνη την εποχή θεωρείτο ταπεινό επάγγελμα. Ο Ευσέβιος εξυμνεί την αρετή και την ευφυΐα της Αγίας Ελένης. Η ενασχόλησή της με τη μελέτη του Ευαγγελίου και τα διδάγματα του Χριστιανισμού, από την παιδική ακόμη ηλικία, σκιαγραφούν μια νέα γυναίκα που διήγαγε κάποιον αξιοπρεπή βίο χωρίς να σκανδαλίζει την κοινωνία του καιρού της.
Στο Δρέπανο την γνώρισε ο νεαρός τότε Ιλλυριός αξιωματικός Κωνστάντιος Χλωρός και την ερωτεύτηκε (η Αγία Ελένη ήταν ονομαστή για την καλλονή της). Όμως και η Αγία Ελένη αγάπησε τον ευγενή στρατιωτικό και το 270 μ.Χ. τον παντρεύτηκε.
Σε αυτά τα 23 χρόνια γάμου, η Αγία Ελένη ακολούθησε το σύζυγό της στη σκληρή στρατιωτική ζωή, σε εκστρατείες στη Γερμανία, τη Βρετανία κ.α. Περίπου το 274, στη Ναϊσσό της Μοισίας (σημερινή Νίσσα της Σερβίας), η Αγία Ελένη γέννησε το γιο τους, το Μέγα Κωνσταντίνο. Το 293 ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός διόρισε τον άνδρα της Καίσαρα των Δυτικών επαρχιών (Γαλατία, Ισπανία, Βρετανία) και επειδή νόμος απαγόρευε ανώτατο αξιωματικό να έχει σύζυγο ταπεινής καταγωγής, εκείνος την χώρισε και πήρε σύζυγο την Θεοδώρα που ήταν από αρχοντική γενιά. Τότε η Αγία Ελένη απέδειξε την αγάπη της στο πρόσωπο του Κωνστάντιου, καθώς δεν τον ενόχλησε με ψεύτικα διλήμματα. Αποχώρησε ήσυχα από τη ζωή του, αφήνοντάς του ελεύθερο το δρόμο για τη λαμπρή πορεία που ανοιγόταν μπροστά σ' εκείνον και το γιό της. Η ίδια μαζί με το γιο της το Μ.Κωνσταντίνο παρέμειναν όμηροι του Διοκλητιανού και αργότερα του Γαλέριου στη Νικομήδεια, για να εξασφαλιστεί η υπακοή του Κωνστάντιου. Όταν ο Γαλέριος αργότερα του επέτρεψε να δεί τον πατέρα του, το έκανε γιατί είχε στο νού του την εξόντωσή του, γι' αυτό του έστησε ενέδρα αλλά ο γενναίος Κων/νος το αντελήφθηκε και την απέφυγε.
Το 306 μ.Χ. ο Μ.Κωνσταντίνος που διέπρεπε σε όλες στις μάχες, μετά το θάνατο του πατέρα του ανακηρύσσεται από τους στρατιώτες του, στο Γιορκ της Μ. Βρετανίας Καίσαρας, οπότε και καλεί τη μητέρα του κοντά του. Έτσι, η Αγία Ελένη βρίσκεται στην αυλή του γιου της στους Τρεβήρους (σημερινή Trier της Γερμανίας) και στη Ρώμη. (Ενδείξεις για τη διαμονή της στη γερμανική επαρχία της αυτοκρατορίας αποτελούν τα ερείπια και οι τοιχογραφίες του ανακτόρου της Τρηρ). Στη Ρώμη μετέβησαν όταν κάλεσαν τον Μ.Κων/νο να γίνει Αύγουστος και αυτό έγινε μετά τη νίκη του στη Μιλβία Γέφυρα, όπου ηττήθηκε ο Μαξέντιος, ο οποίος του αντιστάθηκε.
Η Αγία Ελένη έζησε από κοντά όλη την εξελικτική πορεία του Μ. Κωνσταντίνου (Καίσαρας, Αύγουστος, Αυτοκράτορας) και κάτι ακόμη πιο σημαντικό, το περίφημο όραμα του μεγάλου Κωνσταντίνου το 322 μ.Χ., πριν τη μάχη της Μιλβίας Γέφυρας: το φωτεινό σταυρό μέρα μεσημέρι στον ουρανό, με την επιγραφή «Τούτω Νίκα». Τότε, η Αγία Ελένη πρέπει να έλαβε το χριστιανικό βάπτισμα, σε ηλικία 60 περίπου ετών, έπειτα από πολυετή κατήχηση, προετοιμασία και αφοσίωση στα διδάγματα του χριστιανισμού.
Στην αυτοκρατορική αυλή, η Αγία Ελένη κατείχε εξέχουσα θέση, γιατί εκτίμησε πολύ ο Μ.Κων/νος την ενέργειά της να αποχωρήσει αθόρυβα από τη ζωή του συζύγου της αφ' ενός και αφ' ετέρου για την μεγάλη φροντίδα του στον ίδιο. Ήδη πριν το 324, ο Mέγας Κωνσταντίνος της είχε απονείμει τον τίτλο της Nobilissma Femina και έκοψε νομίσματα με τη μορφή της. Μετά το 324 κι αφού νίκησε τον αντίπαλό του Λικίνιο, και παρέμεινε κύριος Ανατολής και Δύσεως, αντί βασιλομήτορα, την ονόμασε Αυγούστα. Ακόμη, στο Φόρο της Κωνσταντινούπολης, ύψωσε τις στήλες «Κωνσταντίνου και Ελένης». που έφεραν όμως την επιγραφή: «Εις Άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός, Αμήν». Με αυτή τη πράξη του, έφερε νέο ήθος στό θεσμό.
Επίσης της παραχώρησε το ανάκτορο στο Σεσσόριο του Λατερανού, όπου της έκτισε κι έναν ωραίο ναό. Εκεί η Αγία Ελένη ζούσε μια διακριτική ζωή, αφιερωμένη σε φιλανθρωπικά έργα και στη διάδοση της χριστιανικής διδασκαλίας. Υπέδειξε μάλιστα στο γιο της να ιδρύσει δημόσια πτωχοκομεία, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία (κατά παραχώρηση, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το σύγχρονο όρο «κρατική πρόνοια», του οποίου σκαπανέας φαίνεται ότι υπήρξε η Αγία Ελένη).
Τη θέση της όμως στην Ιστορία, η Αγία Ελένη την οφείλει στο ταξίδι της στην Παλαιστίνη και τις υπόλοιπες ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια της Α’ Οικουμενικής Συνόδου (325 μ.Χ.) που συνεκάλεσε ο ίδιος για να ειρηνεύσει την εκκλησία, πληροφορήθηκε για την κατάσταση που επικρατούσε στους Αγίους Τόπους και για αυτό έστειλε τη μητέρα του στην Ιερουσαλήμ, με σκοπό να ερευνήσει και να φέρει στο φως τα διάφορα μέρη στα οποία έζησε και δίδαξε ο Χριστός.
Την απώλεια του γιού του και της Φαύστας, που τους θρήνησε σε όλη του τη ζωή, επικαλούνται ιδιαίτερα οι εχθροί του Μ.Κων/νου λέγοντας ότι τους σκότωσε για να ισχυροποήσει τη θέση του συγχρόνως δε επικρίνουν την εκκλησία για την αγιοποίησή του. Δεν θέλουν να γνωρίζουν την τότε επικρατούσα κατάσταση, ούτε την αξία της μετάνοιας και τα μαθηματικά του Θεού (κατά το Γέρ. Παΐσιο) που πρώτος οικιστής του Παραδείσου είναι ο ληστής! Και η Αγία Ελένη κατόπιν ζητούσε συγχώρεση από το Θεό για αυτές τις άδικες αποφάσεις του γιού της (πρέπει να είναι η μοναδική περίοδος που οι σχέσεις του Μ.Κωνσταντίνου και της μητέρας του διήλθαν κρίση, χωρίς όμως να άρει και την εύνοιά του από το πρόσωπό της. Άλλωστε ο Μ. Κων/νος σε αυτό το ζήτημα έπεσε θύμα απάτης, όπως αναφέραμε και εάν είναι αλήθεια όλα αυτά, τα γεγονότα που βέβαια συνέβησαν πριν αποφασίσει να γίνει Χριστιανός).
Δύο είναι οι σημαντικότερες πράξεις του Αγίου Κων/νου. Η πρώτη είναι η υπογραφή του διατάγματος των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο σταμάτησαν οι διωγμοί τριών αιώνων κατά των Χριστιανών, αποφυλακίσθηκαν όλοι οι διωκώμενοι σε όλη την επικράτεια και έκτοτε επιτρέπετο νόμιμα πλέον να λατρεύεται ο Χριστός στις εκκλησίες τους. Επέβαλε την ανεξιθρησκεία, όχι την επισημοποίηση του Χριστιανισμού, η οποία έγινε αργότερα από τον Μέγα Θεοδόσιο.
Η δεύτερη σημαντική του πράξη ήταν η μεταφορά της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Ρώμη στο αρχαίο Βυζάντιο, που ονομάσθηκε από τον ίδιο Νέα Ρώμη, η μετονομασθείσα αργότερα Κωνσταντινούπολη, και η οποία είχε ζωή περίπου 1.100 χρόνια, σημαντικό γεγονός για την παγκόσμια ιστορία και ιδιαίτερα για εμάς τους Έλληνες.
Μετά το σημείο της εμφανίσεως του Τιμίου Σταυρού, ο Μ.Κων/νος έφερε λάβαρο με το Τίμιο Σταυρό και το μονόγραμμα ΧΡ, σε κάθε μάχη. Μάλιστα Τον έστησε σε κεντρικά σημεία της Ρώμης και εστράφη πιό θερμά στό Χριστιανισμό. Κατόπιν έστειλε τη μητέρα του στά Ιεροσόλυμα, όπως αναφέραμε, να προσπαθήσει να ερευνήσει για τυχόν σημεία της παρουσίας του Κυρίου στη γη. Ο Ευσέβιος περιγράφει με λεπτομέρειες το ταξίδι της Αγίας Ελένης (VC, 3.42-47). Το παρουσιάζει ως ένα ευλαβέστατο προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, κατά το οποίο η Αγία Ελένη επιδιδόταν σε πράξεις φιλανθρωπίας συντηρώντας ολόκληρες κοινότητες, ανεγείροντας ιδρύματα κοινής ωφελείας με αυτοκρατορικές επιχορηγήσεις και ιδρύοντας μονές και κτίζοντας ναούς. Το γεγονός ότι σε τόσο μεγάλη ηλικία (πρέπει να ήταν περίπου 78 χρονών, όταν ξεκίνησε την περιοδεία της) ανέλαβε μία τόσο κοπιαστική αποστολή, καταδεικνύει μία γυναίκα πιστή, με εξαιρετική δύναμη χαρακτήρα και ισχυρή θέληση.
Ττη Βηθλεέμ και το Γολγοθά διεξήγαγε μεγάλες ανασκαφές, κατά τις οποίες βρέθηκαν οι τόποι της Γέννησης, της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού. Εκεί, αφού έδωσε εντολή να κατεδαφιστεί ο ναός της Αφροδίτης από το Γολγοθά, η Αγία Ελένη ανέγειρε με αυτοκρατορικές χορηγίες τους μεγαλοπρεπείς ναούς της Γέννησης (στη Βηθλεέμ) και της Ανάστασης (στο λόφο του Γολγοθά), που μέχρι σήμερα αποτελούν τα σημαντικότερα μνημεία του Χριστιανισμού και αναστήλωσε την ερειπωμένη τότε Αγία Πόλη.
Η μεγάλη δόξα της Αγίας Ελένης, μεταξύ προπάντων των χριστιανικών πληθυσμών, οφείλεται στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού. Ο Ρουφίνος είναι εκείνος, που στη δική του «Εκκλησιαστική Ιστορία», συνδέει την Αγία Ελένη με την εύρεση του Τιμίου Σταυρού (Hist. Eccl 10, 7-8)
Αφού ολοκλήρωσε το ταξίδι της στην Ανατολή, η Αγία Ελένη εγκαταστάθηκε στη Νικομήδεια. Εκεί απεβίωσε σε ηλικία 80 ετών έχοντας στο πλευρό της το γιο της Μ.Κωνσταντίνο, όπως μας πληροφορεί ο Ευσέβιος (VC, 3.46). Το γεγονός ότι από τις αρχές του 329 μ.Χ. σταματάει απότομα η κοπή νομισμάτων με τη μορφή της, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο θάνατός της επήλθε στα τέλη του 328 ή στις αρχές του 329. Ενταφιάστηκε με βασιλικές τιμές στη Ρώμη, στο μαυσωλείο της οδού Λαβικάνας. Αργότερα, το λείψανό της μεταφέρθηκε στις κατακόμβες Πέτρου και Μαρκελλίνου. Η πορφυρή σαρκοφάγος που περιείχε το σκήνωμά της, σήμερα βρίσκεται στο μουσείο του Βατικανού. Η Εκκλησία την ανακήρυξε Αγία και Ισαπόστολο.
Ττο μεταξύ ο Άγιος Κων/νος και λίγο πριν πεθάνει, αξιώθηκε του Αγίου Βαπτίσματος, το οποίο επιθυμούσε να γίνει στον Ιορδάνη, αλλά δεν μπόρεσε και αμέσως μετά είπε: «Νυν αληθεί λόγω μακάριον οιδ’ εμαυτόν, νυν της αθανάτου ζωής πεφάναι άξιον, νυν του θείου μετειληφέναι φωτός πεπίστευκα». Τώρα, δηλαδή, σύμφωνα με το λόγο της αληθείας, ξέρω ότι είμαι μακάριος, τώρα έχω γίνει άξιος της αθανάτου ζωής, τώρα έχω πιστέψει πως έλαβα το θείο φως. Έκτοτε δεν φόρεσε ξανά τον βασιλικό μανδύα, μέχρι τη στιγμή που αρρώστησε και κοιμήθηκε, την ημέρα της Πεντηκοστής 21η Μαΐου του έτους 337.
Ο λαός τον λάτρευσε γιατί φρόντισε τα οικονομικά του κράτους, που ήταν σε αθλία κατάσταση, για τα Ιδρύματα που ανήγειρε, για την αναμόρφωση του δικαίου, με τις αρχές του Ευαγγελίου, και γενικά για την χρηστή διοίκηση, που κατώρθωσε και έστησε ένα κράτος μοναδικό και αξιοζήλευτο για την εποχή του και όχι μόνον! Και βέβαια για το μεγάλο του ενδιαφέρον για τα εκκλησιαστικά ζητήματα που ανεφάνησαν, συγκροτώντας οικουμενική σύνοδο.
Εκοιμήθη σε ηλικία 63 ετών. Η Ιστορία ονόμασε τον Κωνσταντίνο Μέγα για τη διορατικότητά του, την κυριαρχία του κράτους του σε ολο το κόσμο, από τη Μεσοποταμία μέχρι τη Μεγάλη Βρετανία. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έχασε καμμία μάχη είτε στο εσωτερικό, είτε στο εξωτερικό μέτωπο. Η δε Εκκλησία τον ανεκήρυξε Άγιο και Ισαπόστολο για το τεράστιο ιεραποστολικό του έργο. Τεμάχιο Ιερού λειψάνου του ευρίσκεται στην Ιερά Μονή Κωσταμονίτου Αγίου Όρους, μυροβλίζον, επίσης και άλλα αντικείμενα που έφερε, όπως το Σταυρό και τούς ήλους.
Η μνήμη και των δύο αγίων εορτάζεται από τους Ορθοδόξους, στις 21 Μαΐου, ενώ από τους Καθολικούς στις 18 Αυγούστου, αλλά μόνο η Αγία Ελένη. (Η Καθολική Εκκλησία δεν έχει κατατάξει στους αγίους της το Μέγα Κωνσταντίνο και πως άλλωστε να το έκανε..).
(Πηγή: www.monipetraki.gr/agkonstant.htm)