20 Σεπτεμβρίου 2014

Άγγελος Κουγιουμτζής. Ένας Πετρουσιώτης ζωγράφος


Άγγελος Κουγιουτζής
Σύντομο Βιογραφικό του Άγγελου Κουγιουμτζή
Ο Άγγελος Κουγιουμτζής γεννήθηκε στην Πετρούσα Δράμας το 1920.
Μέχρι το 1973 έζησε στην Δράμα και τη Θεσσαλονίκη.
Μέχρι το 1974 ζει στην Αθήνα.



Από το 1986 ζει στην Πετρούσα Δράμας.



Στην ζωγραφική είναι αυτοδίδακτος. Όταν ήταν υπάλληλος στις καπνικές επιχειρήσεις, έπαιρνε από το 1950, ζωγραφικές «σημειώσεις» και όταν εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, το 1974, άρχισε να ζωγραφίζει συστηματικά.


Παρουσίασε ως τώρα τη δουλεία του στις ακόλουθες ατομικές εκθέσεις:

1978 Δράμα και Κατερίνη.
1979 Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο Ώρα, Αθήνα.

1979 Βιβλιοπωλείο Αγκάθι, Αθήνα.
1980 Γκαλερί Κοχλίας, Θεσσαλονίκη. 1980 Γιαννιτσά.
1980 Αίθουσα Τέχνης Πειραιά.
1981 Αίθουσα Τέχνης «Το Εργαστήρι», Λάρισα. 1981 Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο Ώρα, Αθήνα.
1981 Ομάδα Σύγχρονης Τέχνης, Ψυχικό.
1982 Αλεξανδρούπολη.
1982 Γκαλερί Πλειάδες, Αθήνα.
1983 Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ηλιούπολης.
1984 Ελληνικό Σπίτι, Παρίσι (στις εκδηλώσεις για τη Μακεδονία).
1985 Γκαλερί Κοχλίας, Θεσσαλονίκη.
1985 Κατερίνη.
1986 Γκαλερί Αργώ, Αθήνα.
1986 Γκαλερί Πρίσμα, Ρόδος.
1987 Δανία
1989 Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο ΩΡΑ – Αθήνα
Συμμετείχε επίσης σε ομαδικές εκθέσεις εκτός από πόλεις της Ελλάδας, στη Βιέννη, Παρίσι και στο Λονδίνο.
Έργα του υπάρχουν στο Μουσείο Ρουσσώ στη Γαλλία, Πινακοθήκη Ρόδου και στο Παρίσι, στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας, στην Πινακοθήκη του Δήμου Πειραιά και σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.





Είναι πολύ ενδιαφέρον να διαβάσει τι έγραψαν για τοΑγγελο Κουγιουμτζή μεγάλες μορφές τις ελληνικής λογοτεχνία και εικαστικής τέχνης:

13 Μαρτίου 1986

Γιάννης Ρίτσος


Η ζωγραφική του Άγγελου είναι ένα γνήσιο λαϊκό πανηγύρι χρωμάτων, μια ολάνοικτη αγκαλιά αγάπης προς τον κόσμο , τους ανθρώπους , τα ζώα , τα δένδρα , τα λουλούδια , τους καρπούς , τον ουρανό , τα πουλιά , τα σύννεφα.

Όλα πιστεύουν στη ζωή, τα καλαμπόκια του γελάνε , τα άνθη του ευωδιάζουν , τα βουνά του τραγουδούν και το φως του δικαιώνει την ανθρώπινη ελπίδα.



Σοφία Καζάζη
Γράμματα από το Παρίσι


Ο 'Άγγελος Κουγιουμτζής τραγουδά με χρώματα την μακεδονική γη... 




Παρίσι, Απρίλης
Στα πλαίσια του δεκαπενθήμερου εορτασμού για τη Μακεδονία, ή ελληνική παροικία του Παρισιού οργάνωσε στο "Ελληνικό Σπίτι", μια ατομική έκθεση του ναίφ ζωγράφου Άγγελου Κουγιουμτζή με συνθέσεις από τη Μακεδονική ύπαιθρο.
Μέσα σε μια φιλόξενη ατμόσφαιρα, τίμησαν με την παρουσία τους την εκδήλωση, οι διπλωματικές μας αρχές, κριτικοί, καλλιτέχνες και πολύς κόσμος.

Ο Άγγελος Κουγιουμτζής, που κατάγεται από τη Δράμα, έχει στο ενεργητικό του πολλές ατομικές εκθέσεις στην Αθήνα και σ' άλλες πόλεις της Ελλάδας.

Το δε κοινό της Θεσσαλονίκης, πρέπει να τον θυμάται από την παρουσίασή του στη γκαλερί "Κοχλίας".
Είναι αλήθεια, ότι ο ζωγράφος περπάτησε σ' όλες τις εποχές τη Μακεδονική γη. Ήταν τότε που δούλευε τα καπνά. Έτσι είδε και έζησε τους χωρικούς. Χάρηκε το ύπαιθρο.
Βρέθηκε στα καφενεία, δρασκέλισε πέτρινες αυλές. Ανηφόρισε σε καλντιρίμια, έκοψε αγιόκλημα.
Κοιμήθηκε σε φλοκάτες.
Όλες αυτές οι εμπειρίες έγιναν σχέδια στο χαρτί, αποτυπώθηκαν στη μνήμη, αργότερα, μέσα στην αποπνυκτική Αθήνα, γίνονται ζωγραφιές χαρούμενες και γιορταστικές.

Ο Άγγελος αποθανατίζοντας τα δίπατα λαϊκά σπίτια -χαρακτηριστικά της βορινής Ελλάδας- τα ζωντανεύει με τα πιο ζωηρά χρώματα.


Γαλάζιοι και τριανταφυλλένιοι τοίχοι έρχονται ν' ανταμώσουν την ώχρα και το μενεξεδί, ενώ στα ξύλινα πάνω μπαλκόνια και στις σκεπαστές βεράντες, έχουν κιόλας ανθίσει τα λουλούδια στις θαλερές γλάστρες.


Αυτά τα σπίτια με τις θερμές αποχρώσεις, ο Κουγιουμτζής τα τυπώνει με μεράκι σ' όλες του τις λεπτομέρειες και τις αρχιτεκτονικές ποικιλίες.


Δεν διστάζει ακόμα να περάσει σε ειδυλλιακές στιγμές.

Την κοπέλα λ.χ. με τις πλεξούδες και το μακρύ φόρεμα, κει στα κάγκελα του μπαλκονιού να προσπαθεί ν' αρθρώσει το βουβό της θαυμασμό για τον νιο γείτονα ή την άλλη, στα ροζ ντυμένη, να σκύβει πάνω από τις κόκκινες απλωμένες φλοκάτες για να του ρίξει μια ματιά.

Και κάτω στο καφενείο με τα τσίγκινα τραπεζάκια, τα πουκάμισα των ανδρών, σε μια χρωματιστή μελωδία να λαμπυρίζουν στον ήλιο, ενώ κι όλας οι δροσερές περικοκλάδες έχουν αγκαλιάσει τις στέγες.

Μπροστά σ' αυτές τις ζωγραφιές είναι αδύνατο να ξεφύγεις και να μην παρασυρθείς στην αγκαλιά, της πρόσκαιρης, έστω χαράς και ηρεμίας.
Το τραγούδι με τα χρώματα πας να το πιστέψεις πως έτσι είναι όλα εκεί γιορτή και χαρά, αρμονία και μυρουδιές.

Και κείνες οι ήσυχες ειρηνικές σκηνές στη βρύση με το κουβεντολόι των γυναικών, σε παρασύρουν για ν' ανέβεις μαζί τους τον πέτρινο ανήφορο.


Να ξαναδείς τις κόκκινες και πορτοκαλιές φλοκάτες που στεγνώνουν στον ήλιο πάνω από τις γαλάζιες αυλές.

Να χαρείς πάλι τα πέτρινα, καθαρά κατώφλια και νάρθεις να κουρνιάσεις στη ξύλινη αυλόπορτα δίπλα στις γυναίκες που γνέθουν.
Να μείνεις εκεί, να βλέπεις τα χρώματα και ν ' αφουγκράζεσαι της κάθε μιας τη τρυφερή και πικρή ιστορία.
Και το καλντιρίμι όλο ανηφορίζει και χάνεται ενώ οι τριανταφυλλιές και οι μυγδαλιές γιορτάζουν τη χαρά τους.

Θεέ μου!


Τι ομορφιά που είναι και τα λουλούδια και τα τραγούδια.

Νάταν αλήθεια έτσι απλή η ζωή!
Και όμως ο Άγγελος με τα πινέλα του, έχει συλλάβει αυτή την ώρα της ειρήνης και της γιορτής, και τη ζει και τη χαίρεται.




Κίτσος Α. Μακρής


Μάρτης 1982

Όσο πιο δύσκολη και σύνθετη γίνεται η ζωή μας, τόσο πιο έντονη μέσα μας η δίψα για μια τέχνη που λειτουργεί κι εκφράζεται άμεσα και απλά.
Το έργο του .Αγγελου Κουγιουμτζή είναι μια όαση δροσιάς μέσα στην έρημο του τσιμέντου, του τσιμέντου που δεν περιορίζεται μόνο στην αρχιτεκτονική μα προχώρησε και στις ανθρώπινες σχέσεις.

Ο ζωγράφος αυτός αν και απεικονίζει θέματα από τις όψεις και τη ζωή του χωριού, δεν καταφεύγει στην εύκολη γραφικότητα, δηλαδή στην απ' έξω θεώρηση.
Ζει τα θέματά του από μέσα, μετέχει. Θάλεγα πως δεν περιγράφει αλλά τραγουδάει με σκοπούς που απηχούν τον εσωτερικό ρυθμό των θεμάτων του.

Αυτό τον διαφοροποιεί από την άνοστη "ηθογραφική" ζωγραφική που τόσο μας ταλαιπώρησε παλιότερα.

Έχει τη σοφή αθωότητα του παιδιού και την παρθενική ωριμότητα του άντρα.
Το χρώμα, το σχέδιο, η σύνθεση είναι ρωμαϊκά, θέλω να πω πως έχουν εκείνο το στοιχείο, το τόσο ζωντανό μέσα μας, που μας κάνει να νιώθουμε περιθωριακοί μέσα στο περιβάλλον που εμείς δομήσαμε.

Λειτουργεί θετικά, όχι σαν αποκοιμιστική νοσταλγία για κάποιον χαμένο παράδεισο αλλά σαν ενεργητικό κίνητρο συνειδητοποίησης του εαυτού μας.

Τα ζεστά και φωτεινά χρώματά του, οι στέρεες ανθρώπινες μορφές του, τα χτίσματα, τα θαλερά δέντρα, τα λουλούδια, ο ουρανός, αποπνέουν υγεία και ευρωστία.

Μπροστά στα έργα του ποτέ δε σκέφτηκα "να τι χάσαμε για πάντα". Σκέφτηκα "να τι έχουμε ακόμα".
Όχι σαν ρεπερτόριο μορφών ζωής και τέχνης, αλλά σαν δυναμική παρακαταθήκη ανεξάντλητη.
Η παράδοση λειτουργεί προωθητικά. Σε κάποιο ηπειρωτικό χωριό, μέσα στο σπίτι ενός έντιμου αγωνιστή της Αλβανίας και της Αντίστασης είδα κρεμασμένη φωτογραφία του παππού του με στολή εύζωνου του 1912.
Μου την έδειξε με περηφάνια λέγοντας σεμνά "Δεν έπρεπε να τον ντροπιάσω".
Ο Αγγελος Κουγιουμτζής, σε άλλο επίπεδο, μας δείχνει τι δεν πρέπει να ντροπιάσουμε.
Σεμνά, χωρίς να αγορεύει.







Γ. Πετρής


Όταν λέμε πώς ο Άγγελος Κουγιουμτζής είναι , ζωγράφος "ναιφ" δεν εννοούμε καθόλου μ' αυτό πώς αναγκαστικά αντλεί το έργο του από την παράδοση.

Σ' ελάχιστες στιγμές αναφέρεται πλαστικά σ' αυτήν.


O καλλιτέχνης έχει σα βάση της Ζωγραφικής του την τεχνική της γνωστής μας λόγιας, ακόμα και ακαδημαϊκής τέχνης.

Η δράση του όμως δεν αιχμαλωτίζεται οριστικά από κανένα εικαστικό σύστημα πού προϋπάρχει.

Συλλέγει σαν τη μέλισσα τα συστατικά της εκφραστικής του ότι βλέπει γύρω του ζωγραφισμένες παραστάσεις, διακοσμημένα λαϊκά αντικείμενα, ακόμα και μοτίβα κεντημένα πάνω σε ντόπιες φορεσιές, χωρίς να χάνει από τα μάτια του την πραγματικότητα πού τον περιβάλλει.

Κοσκινίζει ύστερα το υλικό του πού πρόκυψε απ' αυτήν την περιπλάνηση του, και κρατά μόνο τα στοιχεία πού του χρειάζονται, μα και πάλι τα υποτάσσει στη δική του οπτική. Αύτη ή προσωπική του επέμβαση είναι κι ή καθ΄ αυτό ,ζωγραφική του προσφορά.

Μέσα απ' αυτήν, όλα προκύπτουν πειστικά κι όμορφα μ' έμφαση στη χρωματική τους υπόσταση όπου στηρίζεται κυρίως ή καλλιτεχνική του προσπάθεια. Διαθέτει βέβαια το μεγάλο δώρο να είναι ασπούδαχτος κι ως χτες ακόμα δεν ήταν επαγγελματίας.


Η δουλειά του είναι κυριολεκτικά το τραγούδι του κότσυφα καθώς τραγουδά τη χαρά του μπροστά σ' ένα καταπράσινο λιβάδι, σ' ένα ανθισμένο δέντρο, σ' ένα χωριατόσπιτο πνιγμένο στις περιπλοκάδες η σε μία χαρακτηριστική σκηνή απ τη χωριάτικη Ζωή.

Όλα αυτά ξέρει να μας τα δίνει με μίαν εκπληκτική ειλικρίνεια γιατί δε μεσολαβεί καμιά ενδιάμεση αναγωγή, και μιαν αμεσότητα, αφού όλα αυτά τα έζησε από πολύ κοντά.


Για ένα μεγάλο μέρος της ζωής του ο κόσμος αυτός αποτελούσε το περιβάλλον της καθημερινής του ζωής. Έχοντας κατακτήσει αυτό το υλικό, μπορεί οπό κει και κάτω, να αναπαράγει κι άλλα παραπλήσια πράματα ακόμα κι όταν δεν τα βλέπει μπροστά του.


'Η παραγωγή του αύτη είναι μια εκδήλωση ποιητική πού στηρίζεται σε μια πλατιά προσωπική του εμπειρία.

Για έναν πού γνωρίζει τη σύγχρονη περιπέτεια των μορφών μπορεί ν' αντιληφτεί το βάρος πού έχει κι απ' αύτή τη μεριά ή πλαστική του μαρτυρία. O Άγγελος προτιμά να βλέπει την όμορφη πλευρά της ζωής, υπάρχει μια πίστη και μια καρτερικότητα μπροστά στα φαινόμενά της.

O ίδιος είναι ένας τέτοιος ακούραστος κι ενεργητικός άνθρωπος πού δεν κατσουφιάζει μπροστά στις αναποδιές της.

Ξέρει να τις ξεπερνά τραγουδώντας με το χρώμα τη χαρά του για το θαύμα της δημιουργίας του κόσμου.
'Η μαρτυρία του αυτή τον φέρνει κοντά στους ανθρώπους, στο κοινό όπου απευθύνεται, δηλαδή στη μερίδα απ' όσους δεν έχασαν ακόμα την αίσθηση της απλής ομορφιάς πού έχει ο κόσμος.

Μιλά τη δική τους γλώσσα και τούς διηγιέται πράματα πού τα γνωρίζουν ασφαλώς κι οι ίδιοι πολύ καλά.

Περασμένα όμως μέσα από τη δική του αίσθηση πού δεν είναι μακριά από τη δική τους.

Η ζωγραφική του Άγγελου είναι μία όαση όπου μπορεί ένας κουρασμένος άνθρωπος να ακουμπήσει τη ματιά του και να ξεκουράσει τη σκέψη του. Παλιό Φάληρο Δεκέμβριος 1979



Διαμαντής Διαμαντόπουλος

Αθήνα , 12-12-79  

"Εκείνο πού μ' αρέσει στις Ζωγραφιές του , Αγγελου Κουγιουμτζή είναι το χρώμα τους, "Όταν όμως αρέσει στο μάτι το χρώμα μιας ζωγραφιάς. αυτό φανερώνει, πώς εκεί μέσα κι άλλα πράματα πηγαίνουν καλά".





Ένας Μακεδόνας ζωγράφος
Αγγελος Κουγιουμτζής

Τ .Μιλλιέξ
'Οκτώβριος 1980


Ας το πούμε από την αρχή.


Αν κάτι σωθεί σα μνήμη και σαν πολιτιστική κληρονομιά θα το χρωστάμε στους καθαρούς και "αφελείς" στους ντόμπρους και παθιασμένους "ασπούδαχτους" ζωγράφους.


Οι πιο πολλοί απ' αυτούς χρόνια και χρόνια ζωγραφίζουνε μόνο τις μέρες αργίας, κυρίως δηλαδή τις Κυριακές, απ΄ όπου και η ζωγραφική έκφραση "ζωγράφος της Κυριακής" όπως ονομάζουμε και τον Ντουανιέ Ρουσώ όμως ξαφνικά κάποια στιγμή, μη αντέχοντας πιο πολύ να θυσιάζουνε το ζωγραφικό τους δράμα στο μεροκάματο αποφασίζουνε να τα παίξουνε όλα για όλα, να μη φάνε έστω, αλλά να μπορέσουνε να ζωγραφίσουνε και να διασώσουνε αυτό πού διαπιστώνουνε πώς χάνεται για πάντα κι ' έχουνε χρέος να το διαφυλάξουνε.


Ένας τέτοιος ζωγράφος πραγματικά λαϊκός και ειλικρινής, είναι ο Aγγελoς Κουγιουμτζης.


Το χρώμα του εντυπωσιάζει.


Έχει μια μελαγχολική υποβλητικότητα κι ας αστράφτουν τα βυζαντινά του κόκκινα σε τριανταφυλλιές και μπατανίες.

Σχεδόν σε όλα του τα τοπία οι ουρανοί είναι σκούροι, ποτέ δεν κελαηδάει το γαλάζιο, έχεις την αίσθηση βλέποντας το χωριό, τα σπίτια το καμπαναριό, τούς καθισμένους άντρες του -πού δεν κοιτάζουνε ποτέ και στάζουν μοναξιά -πώς ο Κουγιουμτζης σε μεταφέρει σε μία άλλη Ελλάδα -όχι την Αιγαιοπελαγίτικη -την ορεινή και σκληροτράχηλη, αυτή πού φιλοξένησε ληστές και Θεούς, αυτήν πού έθρεψε θρύλους και κρατάει το χαμόγελό της μέσα από τό χείλι της.

Κι ' όμως πιστεύω πώς όποιον και αν ρωτήσεις για τη ζωγραφική του Κουγιουμτζη -κι ' αυτόν τον ίδιο -θα σου απαντήσει πώς είναι τραγούδι, χρωματική γιορτή.


Είναι και αυτό.


Όμως το ουσιαστικό της ζωγραφικής του είναι ή ταυτότητα πού της έχει δώσει, κι ' αυτή ή ταυτότητα είναι ή Ελλάδα του Βορρά, η Μακεδονίτικη ψυχή η δοκιμασμένη. Βέβαια ρώτησα το ζωγράφο από πού κατάγεται μόνο και μόνο για να μου επιβεβαιώσει την καταγωγή της ζωγραφικής του.


Είναι, λοιπόν, από τη Δράμα, όμως όντας υπάλληλος στις καπνικές επιχειρήσεις γύριζε όλη τη Βόρεια .


Ελλάδα, τα καπνοτόπια της και πολλές φορές τα ερημωμένα χωριά της, από την εξωτερική και εσωτερική μετανάστευση.

Αυτές οι μετακινήσεις τον φέρνουν πρόσωπο με πρόσωπο με ότι ερημώνει και γκρεμίζεται, με ότι απογυμνώνεται και γερνάει, τον πλησιάζουν στον γέροντα πού περιμένει να γυρίσει το παιδί και στο παιδί πού περιμένει την ώρα να φύγει -γι' αυτό όλες οι φιγούρες του Κουγιουμτζη είναι μοναχικές και λυπημένες -και του ξυπνάνε την επιθυμία και αργότερα το πάθος να γίνει μάρτυρας όλων αυτών των πραγμάτων, να προσπαθήσει αν είναι δυνατό κάτι να σταματήσει απ ' αύτή τη μοίρα. 'Ο μόνος τρόπος είναι να κρατήσει σημειώσεις.

Αν είχε ταλέντο συγγραφέα θα έγραφε. Είχε όμως ένα θαυματουργό ταλέντο. Ζωγράφιζε. Άρχισε, λοιπόν, να κρατάει ζωγραφικές σημειώσεις. Σκίτσα από ανθρώπους, από σπίτια, από χωριά και καλντερίμια, από φορεσιές και ερειπωμένα κτίρια πού κρατούσαν όμως την αρχιτεκτονική τους ιδιαιτερότητα ή την παραδοσιακή τους μορφή.

Όταν γύριζε σπίτι του, ολόκληρη την Κυριακή ή τις μέρες τής σχόλης, έβαζε πάνω στο τελάρο το σκίτσο.
Από κει κι έπειτα όμως λειτουργούσε πια ελευθέρα και ζωγραφικά. Ανόρθωνε και στόλιζε.
Πουθενά στους πίνακες του Κουγιουμτζή δεν θα δεις τις πληγές, Τα σπίτια, τα καλντερίμια, τα πεζούλια, τα δρομάκια, δεν χάνουνε τίποτε από τον αρχιτεκτονικό χαρακτήρα τους, όμως ανασταίνονται και ζουν κάτω από το πινέλο του Aγγελoυ, πού ασπρίζει τα πεζούλια, γιομίζει γλάστρες τις αυλές, σκαρφαλώνουν οι κληματαριές και οι κατακόκκινες τριανταφυλλιές στις κρεβατίνες και στους φράχτες κι όταν νοιώθει λιγάκι βαρύ απο πάνω του τον ουρανό, απλώνει στο μπαλκόνι μία μπατανία με μία αιμάτινη βαφή, πού εξαφανίζει οπτικά τη μελαγχολία του φυσικού τοπίου.
Αύτή είναι ή μία πλευρά της πλούσιας ιδιοσυγκρασίας του, ή πιο γραφική και λαϊκή, πού πάει μαζί με τα κουστούμια και τα εσωτερικά των Μακεδονίτικων σπιτιών . Υπάρχουν όμως και δύο άλλες, τελείως ξεχωριστές.

Του πορτρετίστα και του "θαλασσογράφου.


Το "θαλασσογράφος" το βάζω σε είσαγωγικά γιατί ενώ υπάρχει θάλασσα, το κυρίως θέμα είναι το καράβι, ή πλαστικότητά του μέσα στο χώρο, και σ' αυτό τον τομέα, έξω από τη χρωματική ευαισθησία, δεν έχει τίποτα κοινό ούτε με το τοπίο του ούτε με το πορτραίτο του.

Πραγματικά δεν καταλαβαίνεις από πού ξεφύτρωσε τούτη ή παραδοσιακή ζωγραφική με το τελείως κλασσικό σχέδιο πού υπηρετεί άλλωστε θαυμάσια, τούτα τα πλεούμενα του παλιού καιρού πούρχονται νοσταλγικά μέσα από τη μνήμη και γίνονται ένα μικρό δάσος υπό κατάρτια, μέσα σε μία θάλασσα ρομαντική και απόκοσμη.
Αν στα καράβια του ό Κουγιουμτζής δεν θυμίζει καθόλου το λαϊκό ζωγράφο, αντίθετα στα πορτραίτα του ξανάβρισκες όλο τον χρωματικό του πλούτο αλλά και κάτι άλλο πού τα ξεχωρίζει τελείως από τον τοπιογράφο.
Εδώ κάνει καθαρή ζωγραφική και τολμάω να πω, ότι ή επίπεδη ζωγραφική του πού δεν χάνει τον όγκο, την πλαστικότητα και τη λιτότητά της, μέσα από την τόλμη της χρωματικής του κλίμακας και την αυστηρότητα της γραμμής του, μας κάνει να σκεφτόμαστε ενα πολύ μεγάλο ζωγράφο, τον Διαμαντόπουλο
Τα παλιά του πορτραίτα -γυναικεία πρόσωπα που βγαίνουν μυστηριακά και έντονα μέσα από ένα είδος φθαρμένης τοιχογραφίας, έχουν την ίδια ποιητική καταγωγή με το αριστουργηματικό ροζ πορτραίτο τής μητέρας του, το τόσο χαρακτηριστικό πρόσωπο του άντρα τής υπαίθρου, ή τον δίχως φτερά άγγελο πού ανεβαίνει στους ουρανούς, κι ο θεατής αναγνωρίζει το λαϊκό τραγουδιστή Ν. Ξυλούρη. Σε κάθε ένα από αυτά τα πορτραίτα φαίνεται καθαρά ή προσωπική συγκίνηση του ζωγράφου γιατί αυτή στάθηκε όχι μόνο το θεματικό του ξεκίνημα αλλά κυρίως η ζωγραφική του έκφραση, αυτή που για να αναδείξει την ποιότητα του αισθήματος κατόρθωσε να βρει την χρωματική και πλαστική της αντιστοιχία. 'Ο Αγγελος Κουγιουμτζης, τό πιστεύω, πώς τώρα πού κέρδισε το χρόνο, θα κερδίσει ολοκληρωτικά και τη ζωγραφική.


Αγγέλα Ταμβάκη

Επιμελήτρια Εθνικής Πινακοθήκης 18.9.89


Λίγα λόγια για τη ζωγραφική του Αγγελου Κουγιουμτζή.


Η ζωγραφική του Αγγελου Κουγιουμτζή είναι ένα όμορφο και χαρούμενο τραγούδι, μια νότα αισιοδοξίας σε καιρούς δύσκολους, μια ευχάριστη αναπόληση της ήρεμης και γαλήνιας ζωής του χωριού χωρίς καμιά αναφορά στις δυσκολίες της.



Τα θέματα που περισσότερο αγαπάει να ζωγραφίζει είναι συνήθως απόψεις από χωριά της βόρειας Ελλάδος με στενά δρομάκια, ξύλινα μπαλκόνια και πλακόστρωτες αυλές με γλάστρες και λουλούδια, μια μεγάλη ποικιλία από αγροτικές εργασίες με κάποια προτίμηση για τα διάφορα στάδια της καλλιέργειας του καλαμποκιού και του καπνού, εσωτερικά μακεδονικών σπιτιών με χαρακτηριστική διακόσμηση και χαμογελαστούς χωρικούς, που είναι άλλοτε απεικονίσεις τύπων με κοινά χαρακτηριστικά κι άλλοτε δείχνουν κάποια προσπάθεια δημιουργίας ενός πραγματικού πορτραίτου.


Οι τόνοι του γαλάζιου, του κίτρινου και του ροζ, οι ανθισμένες αμυγδαλιές και το διάχυτο ανοιξιάτικο φως επιτείνουν την αίσθηση της απόλυτης κατάφασης και αποδοχής του ρόλου του ανθρώπου του χωριού μέσα στη φύση, όπου τίποτα δεν σκιάζει την αρμονική του σχέση μ' αυτή.

Ο ζωγράφος έχει έντονα βιώματα και πλούσιες εμπειρίες της ζωής αυτής από τη δουλειά και τα ταξίδια του στα χωριά της Μακεδονίας πριν εγκατασταθεί οριστικά στην Αθήνα και αφοσιωθεί αποκλειστικά στη ζωγραφική.


Πρόκειται δηλαδή για μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περίπτωση ναίφ ζωγράφου, που όπως και άλλοι τέτοιοι καλλιτέχνες από διάφορες χώρες του κόσμου ανατρέχει στις αναμνήσεις της νεανικής του ηλικίας πλουτίζοντάς τις με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες που τις κάνουν απόλυτα προσωπικές και μοναδικές.

Επειδή όμως συνηθίζει να απεικονίζει διάφορα στάδια μιας συγκεκριμένης αγροτικής εργασίας είτε μεμονωμένα, είτε σε αντιπαράθεση θα ήταν ίσως σωστό να πούμε πως πέρα από την αισθητική τέρψη, οι πίνακές του που απεικονίζουν τέτοια θέματα δίνουν κάποια πολύτιμα στοιχεία για λαογραφική μελέτη, όπως συμβαίνει άλλωστε και με τα εσωτερικά των μακεδονικών σπιτιών.

Στην πιο πρόσφατη δουλειά του μπορούμε ακόμα να επισημάνουμε την παρουσία των ίδιων στοιχείων με παράλληλο εμπλουτισμό των θεμάτων και της χρωματικής κλίμακας.

Η αντιπαράθεση είτε περισσότερων σταδίων κάποιας αγροτικής εργασίας, είτε διάφορων σκηνών από τη ζωή του χωριού και η αρκετά εκτεταμένη χρήση του κόκκινου και του πράσινου δείχνουν μια επέκταση της εικαστικής αναζήτησης χωρίς όμως ουσιαστική απομάκρυνση από τις ίδιες ανεξάντλητες πηγές έμπνευσης.
Αν και οι ανθρώπινες μορφές εντυπωσιάζουν με τον αριθμό τους και με την προσπάθεια απόδοσης της κίνησης σε ορισμένες συνθέσεις καθώς και με την τάση για διαφοροποίηση ατομικών χαρακτηριστικών σε μερικά πορτραίτα, εντούτοις δε χάνουν τίποτα από τη δροσιά και τον αυθορμητισμό τους.


Τέλος ο πίνακας με τα xαρακτηριστικά σπίτια, τους ανθρώπους στα μπαλκόνια και την αυλή και το χορό στην πλατεία αποτελεί νομίζω την πιο ολοκληρωμένη έκφραση των σκηνών αυτού του τύπου που φέρουν πάντα τόσο έντονη την προσωπική σφραγίδα του καλλιτέχνη.



Γ. Βακιρτζής

"φέρνει τη ρόκα φουντωτή, ταδράχτι της γεμάτο, σέρνουν τα πόδια της δροσιά, και τα. μαλλιά. της μόσχο". στίχοι Mακεδoνίας Eίναι χαρά θεού να παίρνεις μέρος σε μία ζωγραφιά από πίνακες, σε μία παράσταση με εικόνες, φυτρωμένες στα στρωσίδια μιας γεωγραφίας, σε μία περιοχή.
Παρέα με την ευαισθησία του τεχνίτη και των εργαλείων του.
Είναι χαρά να προσέρχονται, άνετα και απρόσκλητα, μπροστά στα μάτια σου, συντροφιές από σπίτια, κεραμίδια, παράθυρα, πόρτες και σκαλοπάτια ... Που τα συνοδεύουν δροσεροι ουρανοί και ράχες από χώματα καρπερά και δέντρα και δέντρα στολισμένα την άνοιξη κι εποχές και πέτσινα και κατοικίδια.

Πλήθος

Γύρω - γύρω χορός, χορικά, χωρικοί.
Αγρότες κατά πρόσωπο.

Σχηματισμοί, γυναίκες κι άντρες, και πλουμισμένα κεντήματα καλοστεκούμενα στις φορεσιές των κοριτσιών. 'Αστράφτουν:

Eίναι χαρά θεού τα Ζωγραφίσματα του Άγγελου Κουγιουμτζή, πού με τα Λιανοτράγουδά του ικανοποιεί τα μάτια και την ψυχή. Κι αυτά να γίνονται με τα γνήσια δάχτυλα πού ο Άγγελος διαθέτει για την εικόνα και για τον θεατή ... " . . . παραθυράκια μου χρυσά και καφασάκια μ' αργυρά ειπέτε στην κυρά σας, να βγει στ΄ αγνάτιο να τη διω . . ."
Μανόλης Βλάχος

Στην Αλεξανδρούπολη, στην αίθουσα του Συλλόγου Κυριών και Δεσποινίδων ο Αγγελος Κουγιουμτζής εξέθεσε πρόσφατα πίνακές του με τοπία και ανθρώπους της ελληνικής γης. Αυτοδίδακτος καλλιτέχνης, καταγράφει με δύναμη και απλότητα τους χώρους, όπου διατηρείται ακόμη η παράδοση, και ανακαλεί, στο έργο του, πρόσωπα ενός άλλου βίου, σχεδόν παρωχημένου γοητευτικού και δυσπρόσιτου.

Η θεματογραφία του περιλαμβάνει σπίτια και απόψεις του χωριού, θαλασσογραφίες ατομικά και ομαδικά πορτραίτα.

'Ότι οφείλει η τέχνη του στη δόκιμη ζωγραφική είναι αρκετά ευδιάκριτο, αλλά τούτο, καθώς εντάσσεται στο προσωπικό του όραμα, δεν αλλοιώνει το λαϊκό χαρακτήρα της δουλειάς του. Τα τοπία, εκτός από την αφηγηματική διάθεση που ωραιοποιεί τα πράγματα, φανερώνουν την ικανότητα του ζωγράφου να υποτάσσει τα σχήματα και να συγκρατεί τη σημαίνουσα λεπτομέρεια.

Στα πορτραίτα το στέρεο και εύκαμπτο περίγραμμα διαχωρίζει με σαφήνεια τους όγκους, χωρίς λεπτομέρειες, προκειμένου να αφήσει το χρώμα να υποβάλει το εσωτερικό της μορφής.
Τα ανδρικά πορτραίτα παρουσιάζουν ένα πρόσθετο ενδιαφέρον, είτε εικονίζουν φανταστικά πρόσωπα, είτε έχουν αποσπαστεί από παλιές φωτογραφίες ελάχιστα διαφοροποιούνται μεταξύ τους.

Προτείνουν τρεις μόνο τύπους -του έφηβου, του άντρα και του γέρου- οι οποίοι και συμπυκνώνουν την ανδρική προσωπογραφία του Κουγιουμτζή Το σπουδαιότερο, ωστόσο, στοιχείο της τέχνης του, κοινό σε όλους τους θεματικούς κύκλους, είναι το χρώμα.
Ευαίσθητος στην έλξη της πολυχρωμίας, γνωρίζει ο Κουγιουμτζής να παραθέτει τόνους που χαροποιούν την όραση και αναπαύουν.

Χωρίς βασανισμούς της χρωματικής ύλης, αποδίδει τη λαμπρότητα της σάρκας, το δροσερό φύλλωμα και την παλαιότητα του τοίχου. Ο θεατής χαίρεται τη ζωγραφιά, όταν μάλιστα υποπτεύεται, ότι η διάρκεια του χώρου και των προσώπων που εικονίζει είναι αναμφίβολη.




Νίκος Αλεξίου

Ο Κουγιουμτζής, που είναι ο αυτοδίδακτος δίχως την παραδοσιακή εικαστική παιδεία.

Έζησε όμως τη ζωή του λαού, το ψυχικό περιβάλλον του χωριού του και τούτες τις βιωματικές καταστάσεις μεταφέρει στη ζωγραφική του.
Ζητά ν' αρθρώσει την οπτική του ομιλία, στηριγμένος αποκλειστικά στο ισχυρό εικαστικό του ένστικτο. Και το περιεχόμενο του Κουγιουμτζή προέρχεται απ' την ψυχοσύνθεση των απλών ανθρώπων που ζουν ακόμα στον παραδοσιακό απόηχο του χωριού τους.

Τούτο το πλανώμενο νόστο για ότι πέρασε ανεπανάληπτα, τούτη τη διάχυτη αγνότητα, ανθρώπων και πραγμάτων, τούτο το σεβασμό προς τον άνθρωπο, προσπαθεί ν ' απεικονίσει ο Κουγιουμτζής.

Θεματογραφικά ανθολογεί σπίτια και καλντερίμια, λουλουδισμένες αυλές, ξύλινα χαγιάτια, ασβεστωμένα πεζούλια και προ παντός τον άνθρωπο.


Οι συγχωριανοί του, μόνοι ή συντροφιές στην ανάπαψή τους με τα σκολιανά τους και στη δουλειά τους, είναι η πιο πειστική, η πιο φορτισμένη επίδοση του Κουγιουμτζή.

Κι αυτό γιατί στ΄ άλλα θέματα πολλές φορές, παρεμβάλλονται και λόγια στοιχεία, ή προσπάθεια επίδειξης και τεχνικής γνώσης με την ψευδαίσθηση του πραγματικού. Στις ανθρώπινες όμως φιγούρες, που είναι τεχνικά οι πιο δύσκολες, ο Κουγιουμτζής εμπιστεύεται αποκλειστικά το ένστικτό του. Κι η αμοιβή του είναι ουσιαστική και προσδιοριστική της εικαστικής του παρουσίας. Και για να μην πελαγοδρομήσουμε σε αναλυτικές λεπτομέρειες μπορούμε να πούμε πως η ζωγραφική του μας υπενθυμίζει πως η παραδοσιακή μας λαϊκή έκφραση όπως τη συναντάμε και στη λαϊκή τέχνη, οδηγεί τη λειτουργία του χρώματος και του σχεδίου, στις καίριες συγκινησιακές πηγές της ομαδικής ζωής.

Για να επιτευχθεί τούτο δεν έχουν σημασία οι κανόνες της σύνθεσης και γενικά τα τεχνολογικά μέσα, που ούτε διδάσκονται ούτε τα γνωρίζουν, αλλά η ψυχοπνευματική κατάσταση του ίδιου του δημιουργού.


Πηγή του κι έμπνευσή του είναι το ευρετήριο των αισθημάτων τους, όταν συμπίπτουν και ενοποιούνται με των συνανθρώπων τους. Τούτο όμως δεν σημαίνει πως κάθε λαϊκή κατασκευή, ο κάθε αυτοδίδακτος, καταξιώνεται. Αυτό γίνεται μόνο σε ελάχιστα προικισμένα άτομα.

Π. ΤΕΤΣΗΣ


Είναι μία ανάσα όταν στην ηλικία της ωριμότητας βλέπεις ανθρώπους να εκφράζονται αληθινά, όπως τα παιδιά κάνουν με το παιχνίδι, τη σοβαρότερη εκδήλωση του εσωτερικού πλούσιου κόσμου τους. Σήμερα το βλέπουμε στις ζωγραφικές πού παρουσιάζει, όπως και άλλοτε, ο Κουγιουμτζής. 'Ιδιαίτερα σ' αυτές με τις φιγούρες, εκεί συγκεντρώνεται με χρωματικές αρετές ο πιο αληθινός εαυτός του .