(Σημ. δικιά μου: Μια πολύ αξιόλογη Ανάλυση του Πετρουσιώτη Κ. Κότιου που ζεί και εργάζεται στο Μόναχο)
Η οικονομία της εγγύτητας και η παραγωγή της τροφής,
σαν εναλλακτική για μια κοινωνία που καταρρέει
Η Εισήγηση αυτή βασίζεται στην πρόβλεψη, ότι στο μέλλον η συνέχεια της κρίσης χρέους θα εκφρασθεί με διατροφική κρίση και κρίση ενέργειας.
Mία πρόταση που θα μπορούσε να αποδειχθεί σωτήρια για τη χώρα είναι να στηριχθούμε στην οικονομία της εγγύτητας
Βιώνουμε την οικονομική κρίση και τις επιπτώσεις που έχει στην ελληνική κοινωνία η πολιτική του μνημονίου.
Μιλάμε για συμπίεση του εργατικού εισοδήματος, για την ιδιωτικοποίηση των κρατικών υποδομών, για το πρόβλημα του χρέους και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας κ.λπ.
Δεν φαίνεται να έχουμε συνειδητοποιήσει καθόλου όμως τον ρόλο που μπορεί να παίζει και σε αυτή την συγκυρία η διατροφική εξάρτηση στην οποία βρίσκεται σήμερα η ελληνική κοινωνία.
Ζούμε σε μια χώρα που το 40% των διατροφικών της αναγκών καλύπτεται από εισαγωγές, που ο αγροτικός παραγωγικός ιστός είναι, είτε διαλυμένος, είτε προσανατολισμένος στην εμπορευματική γεωργία και εξαρτημένος άμεσα από τις επιδοτήσεις της ΕΕ (δηλαδή των δανειστών του Ελληνικού Κράτους).
Και αυτό σε μια περίοδο, που φαίνεται ήδη ότι σε πλανητικό επίπεδο η επόμενη κρίση θα είναι κρίση των τιμών των τροφίμων, λόγω των επερχόμενων κλιματικών αλλαγών(π.χ. ο πρόσφατος καύσωνας της Ρωσίας και η ξηρασία στην Αργεντινή ανέβασε στα ύψη τις τιμές των δημητριακών)
Μέσα σε 30 χρόνια η Ελλάδα από εκεί που είχε θετικό εμπορικό ισοζύγιο βρέθηκε σήμερα να εισάγει πολλά τρόφιμα- που σημειωτέον καταναλώνει και εκτός εποχής- και να έχει αρνητικό ετήσιο ισοζύγιο ύψους 4,5 δις Ε τα τελευταία χρόνια, το οποίο συμβάλλει στην διόγκωση του χρέους .
Αυτό έγινε γιατί είχαμε όλα αυτά τα χρόνια παρακμή της υπαίθρου, γήρανση και μείωση του αγροτικού πληθυσμού και μέσω των επιδοτήσεων της ΚΑΠ ευνοήθηκαν οι μεγάλες καλλιέργειες (βαμβάκι, τεύτλα, σιτηρά, βιομηχανική ντομάτα, ροδάκινα, καπνά).
Η παραγωγή εξελίχθηκε σε κυνήγι των επιδοτήσεων και όχι για να ικανοποιεί τη ζήτηση και την κατανάλωση.
Έτσι είχαμε απώλεια της αυτάρκειας της χώρας σε πολλά προϊόντα, αύξηση των εισαγωγών (όπως σιτηρά, φρούτα, λαχανικά, κλπ.)(1) Ταυτόχρονα είχαμε μεγάλη διαφορά εισοδημάτων μεταξύ μιας μειοψηφίας μεγαλοαγροτών και της πλειοψηφίας των μικρών.
Εύνοια στις αγροχημικές βιομηχανίες των χημικών εισροών (λιπασμάτων – φυτοφαρμάκων), οι οποίες απορροφούν το μεγαλύτερο ποσοστό του πλεονάσματος του αγροτικού τομέα.
Είχαμε επίσης υποβάθμιση και ρύπανση των εδαφών, μόλυνση και ρύπανση των επιφανειακών και των υπογείων νερών, έλλειψη και αλλαγή(30%) με τη παραγωγή των αερίων του.
Είχαμε επίσης κάθετη μείωση των ιχθυαποθεμάτων και οικονομικό μαρασμό για την παράκτια αλιεία. Το οικοσύστημα του Αιγαίου βρίσκεται υπό κατάρρευση.
Γενικότερα:
• Η ένταξη της ελληνικής γεωργίας στη βιομηχανοποιημένη παγκοσμιοποιημένη γεωργία έχει μετατρέψει και τον έλληνα αγρότη από παραγωγό γεωργικών προϊόντων, σε παραγωγό πρώτων υλών για τη βιομηχανία τροφίμων.
• Έχουμε παραγωγή για την παγκοσμιοποιημένη αγορά και για ότι είναι εμπορεύσιμο μόνο. Ότι είναι όμως σήμερα προσοδοφόρο, αύριο μπορεί να είναι επιζήμιο. Ότι καλλιεργείται σήμερα, αύριο πιθανόν πρέπει να αλλάξει, γιατί μπορεί να εισαχθεί φθηνότερα. Αυτή την ευελιξία, που απαιτείται, είναι δύσκολο να την πετύχει η πλειοψηφία των Ελλήνων αγροτών, γιαυτό και σήμερα επιλέγουν την εγκατάλειψη της παραγωγής αφού επιδοτούνται άσχετα με το εάν παράγουν ή όχι.
• Έχει μπει τέλος στην τοπική παραγωγή διαφορετικών σοδειών και ζώων προσαρμοσμένων στο κλίμα και το έδαφος των περιοχών. Οι ντόπιες ποικιλίες έχουν εκτοπιστεί από τα χωράφια και τους μπαξέδες και έχουν επικρατήσει σχεδόν ολοκληρωτικά, λίγες βελτιωμένες ποικιλίες ανά είδος και ορισμένα υβρίδια , που θέλουν πιο πολύ νερό, φυτοφάρμακα, λιπάσματα. Η ΕΕ θέλει μάλιστα υποχωρώντας στις αγροχημικές πολυεθνικές-να προωθήσει και τις μεταλλαγμένες ποικιλίες.
• Ταυτόχρονα εισάγουμε κρεμμύδια από την Ινδία, λεμόνια- πορτοκάλια από την Ν. Αφρική. δαμάσκηνα και αχλάδια από τη Χιλή, φακές από τον Καναδά, φασόλια από την Κίνα, ρεβίθια από το Μεξικό, φιστίκια Αίγινας από την Τουρκία, μπάμιες- φασολάκια- πατάτες από την Αίγυπτο. Μειώσαμε την παραγωγή ζαχαρότευτλων...για να εισάγουμε 200.000 τόνους ζάχαρη.
Για την εισαγωγή σιτηρών δαπανάμε 250. εκατομμύρια ευρώ την ίδια στιγμή που 150.000 μικρομεσαίοι αγρότες εγκατέλειψαν την παραγωγική διαδικασία. Το ποσοστό των αγροτών στο σύνολο του οικονομικά ενεργού πληθυσμού μειώνεται συνεχώς, από 31% που ήταν το 1981 στο 9,5% το 2009. Βέβαια λόγω της κρίσης το 2009-2010 αυξήθηκαν οι νέοι αγρότες κατά 40.000.
• Οι αγρότες είναι ουσιαστικά οι αποδέκτες των τιμών των αγροτικών προϊόντων που διαμορφώνουν οι μεταπράτες και τα καρτέλ των βιομηχανιών μεταποίησης. Οι καταναλωτές πληρώνουν τιμές 4-6 φορές μεγαλύτερες από αυτές που εισπράττουν οι παραγωγοί .
• Τα 2/3 των πρωτοβάθμιων αγροτικών συνεταιρισμών δεν ασκούν καμία δραστηριότητα, πέραν της εκλογής της συνδικαλιστικής ηγεσίας, ενώ μια σειρά από συνεταιριστικές βιομηχανίες όπως η ΑΓΝΟ, η ΟΛΥΜΠΟΣ, η ΡΟΔΟΠΗ χρεοκόπησαν ή πουλήθηκαν σε ιδιώτες( την ίδια μοίρα θα έχει και η ΔΩΔΩΝΗ).
Για τα επόμενα χρόνια (μετά το 2013 που τελειώνουν οι σημερινές επιδοτήσεις) η ΕΕ βάζει ως στόχο την ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ, που δεν θα βασίζεται ούτε στον ατομικό αγρότη, ούτε στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, αλλά στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ, στην οποία οι κάτοχοι του κλήρου δεν θα είναι πλέον ανεξάρτητοι ή συνεταιρισμένοι παραγωγοί αλλά μέτοχοι.
Οι επενδύσεις του αγροτικού προϋπολογισμού της ΕΕ, θα στραφεί προς τις μεγάλες βιομηχανοποιημένες αγροτικές εταιρείες, σε βάρος των μικρομεσαίων παραγωγών και θα στηριχθεί σε τραπεζική χρηματοδότηση με νέα "ευέλικτα χρηματοπιστωτικά εργαλεία".
Μια τέτοιου τύπου αναδιάρθρωση θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη συγκεντροποίηση γύρω από την τροφή (ήδη σήμερα 7 μύλοι διακινούν το 70% των αλεύρων στην χώρα) και την εξάρτηση της διατροφής του πληθυσμού από τις εταιρίες.
Ποια είναι η διέξοδος όσον αφορά στον αγροδιατροφικό τομέα;
Θα χρειασθεί να επιστρέψουμε στην «αγροτική» οικο-γεωργία( το οικο- όχι μόνο με την έννοια του οικολογικού, αλλά και με την αρχαιοελληνική έννοια του «οικου»), που θα ικανοποιεί τις βιοτικές ανάγκες της αλυσίδας: αγρότης-κοινότητα-περιοχή-χώρα και δεν θα στηρίζεται στην εταιρική παραγωγή, αλλά θα:
• Απαιτεί τον «πολυλειτουργικό» αγρότη με ολοκληρωμένα αγροκτήματα με πολλά διαφορετικά είδη ζωντανών-ζωϊκών,φυτικών, με βελτιωμένο έδαφος και περιβάλλον, με ντόπια βιοποικιλότητα, με μεταποίηση-διάθεση προϊόντων με κοινοτίστικη αντίληψη για αναζωογόνηση της υπαίθρου…
• Αποφύγει το σύστημα των μεσαζόντων και θα επιδιώξει σωστές και δίκαιες τιμές με βιώσιμη παραγωγή της εγγύτητας για ικανοποίηση βιοτικών αναγκών μέσω της διανομής της εγγύτητας(μικρές διαδρομές από την παραγωγή στην κατανάλωση.
• Προωθήσει την αναδιάρθρωση αναγκών, τον αντικαταναλωτισμό, τη μείωση των εξωτερικών εισροών. Θα αποκαταστήσει στη διατροφή μας το μεσογειακό διατροφικό μοντέλο με μείωση της κατανάλωσης κρέατος
• Επιστρέψει στη λογική της υγιεινής τροφής(παραγωγή και για τον ίδιο τον αγρότη και την τοπική αγορά και όχι για την απρόσωπη αγορά) με πέρασμα από το χημικό τρόπο παραγωγής σε βιολογικό, βιοδυναμικό ή φυσικό τρόπο παραγωγής καθώς και της αεικαλλιέργειας (permacalture), δίνοντας τη δυνατότητα στους αναγεννητικούς μικροοργανισμούς του εδάφους να το εξυγιάνουν και μετατρέποντας σε οργανική ύλη τα υπολλείμματα.
• Μεταποιήσει τα προϊόντα διατροφής και ένδυσης(π.χ. ανασύσταση υφαντουργείων, που σήμερα έχουν μετακομίσει σε γειτονικές χώρες χαμηλού εργατικού κόστους, να ανασυστήσει τις βιομηχανίες ζάχαρης)
• Θα δημιουργήσει τοπικά βιομηχανικά οικοσυστήματα (απόβλητα μονάδων, επεξεργάσιμη ύλη για άλλες), που θα στηρίζονται όσο γίνεται λιγότερο στον εταιρικό τρόπο παραγωγής και περισσότερο αυτοδιαχειριστικές δομές εργασίας.
• Θα διατηρήσει, αναπτύξει και διακινήσει τις ντόπιες ποικιλίες-ράτσες και θα αποκρούσει τα γενετικά τροποποιημένα(μεταλλαγμένα)
• Θα αναβλαστήσει τα δάση, θα σταματήσει την ερημοποίηση, θα αποκαταστήσει την άγρια φύση, τα ποτάμια τις λίμνες και τις παραλίες, θα αναζωογονήσει τα εδάφη αποκαθιστώντας την οργανική ύλη και τον εδαφολογικό άνθρακα, ώστε να απορροφήσουμε τα επόμενα χρόνια τη περίσσια του διοξειδίου του άνθρακα της ατμόσφαιρας(αιτία για τη κλιματική αλλαγή-καταστροφή που έρχεται αν δεν το κάνουμε).
• Συνδυασθεί με τον αγροτουρισμό, όπου οι γεωργοί θα είναι ταυτόχρονα παραγωγοί, ξενοδόχοι, μάγειροι, κ.λ.π. Θα καταργήσει τη λεηλασία της θάλασσας από τα μεγάλα αλιευτικά και θα αναζωογονήσει την παράκτια αλιεία.
• Διατηρήσει και θα αναζωογονήσει τις μικρές κοινότητες και τις σημερινές «φθίνουσες περιοχές».
Πιο συγκεκριμένα:
Οι μορφές της κοινωνικής αντίστασης απέναντι στον ολοκληρωτικό έλεγχο της τροφής και της παραγωγής της από τις εταιρείες, περνάνε μέσα από μια σειρά δομών που αμφισβητούν τους τρόπους παραγωγής και τα κριτήρια που βάζει η οικονομία της μεγιστοποίησης του κέρδους. Μερικές από αυτές θα μπορούσαν να ήταν:
• Ίδρυση εναλλακτικών δικτύων μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών που βασίζονται στην αμοιβαιότητα και την εμπιστοσύνη σε σχέση με την ποιότητα και τις τιμές των προϊόντων. Πρόκειται για μικρά και διαφανή, εύκολα διαχειρίσιμα δίκτυα όπου όλοι γνωρίζονται και οδηγούν στην παράκαμψη των μεσαζόντων(2).
• Δημιουργία κολεκτιβίστικων δομών αγροτικής παραγωγής από τους ίδιους τους αγρότες και προσπάθεια διακίνησης των προϊόντων τους έξω από τα εταιρικά κυκλώματα σε άμεση συνεργασία με κοινωνικά δίκτυα και κολεκτιβίστικες ομάδες διακίνησης προϊόντων, με «καλάθια» και μικρά συνεταιριστικά μαγαζιά, με λοιπά κινήματα στα αστικά κέντρα.
• Δίκτυα διανομής και ανταλλαγής προϊόντων-υπηρεσιών με τοπικά νομίσματα ή αχρήματα.
• Καταλήψεις κρατικής και εκκλησιαστικής γης από κινήματα ανέργων σε μια προσπάθεια αυτοαξιοποίησης της παραγωγικής τους δυνατότητας. Μεγαλύτερες ομάδες και συλλογικότητες να επιδιώξουν να εγκατασταθούν σε παρατημένα χωριά, λύνοντας τα τυχόν νομικά προβλήματα που πιθανά να υπάρχουν.
• Καλλιέργεια αστικής και περιαστικής δημοτικής γης από κινήματα γειτονιάς(π.χ. κοινωνικός αγρός στο Ελληνικό), από συνταξιούχους ή «καλλιεργητές του σαβατοκύριακου» και του «ελεύθερου χρόνου».
• Ανασύσταση της αγροτικής παραγωγής στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές, με συλλογικές αγροτικές καλλιέργειες, με ομάδες παραγωγών και μικρούς αυτοδιαχειριζόμενους συνεταιρισμούς, που θα βασίζονται στην ποικιλία των παραγόμενων προϊόντων.
• Εσωτερική αντίστροφη μετανάστευση(όχι εξωτερική στην οποία στρέφονται πολλοί άνεργοι νέοι σήμερα) με συλλογικές μετεγκαταστάσεις ανέργων νέων των πόλεων στην περιφέρεια, σε χώρους αυτοπαραγωγής και αυτοδιαχείρισης. Η ζωή σε τερατουπόλεις, όπως η Αθήνα δεν είναι βιώσιμη και θα πρέπει να πετύχουμε την αποκέντρωση(με κίνητρα και οικονομικές διευκολύνσεις για εθελοντική μετεγκατάσταση στην ύπαιθρο και δημιουργία αγροτοτουριστικών εκμεταλλεύσεων και σε μειονεκτικές περιοχές. Οι χώροι αυτοί, εναλλακτικοί προς το σύστημα, θα είναι ταυτόχρονα χώροι επιβίωσης και κοινωνικοπολιτικής δράσης.
• Οικοκοινότητες με τη μορφή διευρυμένων οικογενειών (όχι γενετικής συγγένειας, αλλά ιδεολογικής συγγένειας και με όλες τις ηλικίες- η τρίτη ηλικία μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη , η επιβίωσή της αδύνατη στο μέλλον από ένα καταρρέον συνταξιοδοτικό σύστημα), κύτταρα των μελλοντικών χωρικών κοινοτήτων-δήμων. Το κοινό χαρακτηριστικό τους το «κοινό ταμείο»
• Θα χρειασθεί χιλιάδες γεωργών -αγροτικών κοινοτήτων να επιστρέφουν στο έδαφος χιλιάδες τόνους οργανικής ουσίας/ χρόνο(συμβάλλοντας έτσι στην αποκατάσταση του αποσταθεροποιημένου κλίματος), παράγοντας ταυτόχρονα υγιεινότερα και φθηνότερα προϊόντα διατροφής. Θα χρειασθεί να κάνουν εξοικονόμιση και αυτοπαραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ εγκαθιστώντας στα υπόστεγα, στις αποθήκες, στα σπίτια κ.λπ. μικρά αποκεντρωμένα συστήματα, βοηθώντας στην αποκεντρωμένη παραγωγή και διανομή της ενέργειας. Απαιτώντας ταυτόχρονα την κοινωνικοποίησή της, με δημοτικοποίηση της παραγωγής -διανομής ενέργειας. Για παράδειγμα τα δίκτυα Μέσης και Χαμηλής Τάσης (ΜΤ-ΧΤ) να πάνε στους δήμους και τα Υψηλής Τάσης(ΥΤ) στις περιφέρειες και όχι στους ιδιώτες κεφαλαιούχους που απαιτεί η τρόικα και η κυβέρνηση.
• Θα χρειασθεί, ακολουθώντας την στρατηγική της τοπικοποίησης-επανατοπικοποίησης να δημιουργήσουμε την αποκεντρωμένη, αμεσοδημοκρατική και δίκαιη κοινωνία της ισοκατανομής πόρων και εξουσίας, ξεκινώντας από τις τοπικές κοινωνίες.
Δεν χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε!!!
Το σύνθημα αυτό των επιτροπών των σωματείων, των διάφορων κινήσεων και των συνελεύσεων των πλατιών, θα είναι πέρα για πέρα σωστό, αν συμπληρωθεί και με το εξής:
Δεν θέλουμε ούτε χρειαζόμαστε τα λεφτά τους!!!
Για να είμαστε σε θέση όμως να το πούμε αυτό θα πρέπει να αλλάξουμε νοοτροπία και σαν πολίτες και σαν κοινωνία γενικότερα.
Να κάνουμε μια στροφή και να απαιτήσουμε και από τους εαυτούς μας και από τη συλλογική κοινωνική συνείδηση να θέσει τις βάσεις για μια τέτοια υπέρβαση.
Να επαναπροσδιορίσουμε τις βασικές μας ανάγκες και τον τρόπο ικανοποίησή τους με όσο γίνεται μικρότερο κοινωνικό και οικολογικό αποτύπωμα, επιδιώκοντας την «ευημερία της λιτότητας» και την αυτοανάπτυξη-αυτοπραγμάτωση των ανθρώπων-προσώπων(με την έννοια των πολύπλευρων-με πολλές δεξιότητες- ανθρώπων και όχι των μονοδιάστατων σημερινών ατόμων, που το μόνο που ξέρουν καλά είναι να καταναλώνουν).
Να μη θεωρούμε φτώχεια την έλλειψη του συμβατικού τους χρήματος για να ικανοποιούμε τις ανάγκες μας μόνο μέσω των σημερινών αγορών τους.
Να μη νοιώθουμε άχρηστοι επειδή δεν μας εξασφαλίζουν μια θέση μισθωτής εργασίας στις εταιρικές επιχειρήσεις τους οι συμβατικοί εργοδότες-καπιταλιστές.
Με λίγα λόγια να αφήσουμε πίσω τις αξίες του κέρδους, του ανταγωνισμού και της εκμετάλλευσης των αδυναμιών του «άλλου». Να ξεπεράσουμε τον πολιτισμό της ανάπτυξης, της μεγέθυνσης και της ταύτισης της ευτυχίας με τις δυνατότητες που έχει ο καθένας να κατέχει και να καταναλώνει ατομικά. Αυτό και μόνο δεν οδηγεί σε αίσθημα ικανοποίησης, αλλά αντίθετα σε βουλιμική παθογένεια, σε καθημερινό στρες και κατάθλιψη – γιαυτό και το σύστημα προτείνει τη «θεραπεία schopping”- και τελικά σε κρίση των συνολικών φυσικών πόρων. ‘Oσο και να επιδιώκει το καπιταλιστικό σύστημα να μεγαλώσει την «πίτα», αυτό δεν μπορεί να γίνει ερήμην του πλανήτη που διαθέτει περιορισμένους πόρους και θέτει όρια. Το μόνο που καταφέρνει σε αυτή τη φάση το σημερινό μοντέλο «ανάπτυξης» είναι -όχι να μεγαλώνει-αλλά να «φουσκώνει» την πίτα έτσι ώστε οι «φούσκες» που δημιουργούνται κάποια στιγμή να σπάνε με επακόλουθο οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις.