Έφθασαν τά
Χριστούγεννα.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟΝ Γ' ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ
ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ 1967
Οί
χριστουγεννιάτικες ετοιμασίες έκαμαν τά σπίτια,άνω κάτω.
Τά χριστόψωμα,
οί κουραμπιέδες καί τά κουλουράκια πηγαινοέρχονται στο φούρνο. Όλη ή
γειτονιά στο πόδι!
Ό λαχανοπώλης,
ό κρεοπώλης, ό παντοπώλης, ό έμπορος, ό ζαχαροπλάστης, έχουν στολίσει τά
καταστήματά τους.
Οί μητέρες τών
παιδιών έτοιμάζουν τά καινούργια φορέματα τών παιδιών καί τά δώρα τών πτωχών.
Αύριο τήν
παραμονή θά γίνει στό σχολείο η Χριστουγεννιάτικη έορτή. Στή μεγάλη αίθουσα
έχουν τακτοποιήσει τά θρανία γύρο-γύρο καί στή μέση έχουν στήσει τό
Χριστουγεννιάτικο δένδρο. Έχουν στολίσει τήν αίθουσα μέ κλάδους καί με μιά
ώραία μεγάλη εικόνα, πού παρασταίνει τή Γέννησι.
Οσα παιδιά ημπορούν πρέπει νά φέρουν διάφορα πράγματα, γιά νά κρεμάσουν στούς κλάδους του
δένδρου.
Ό Κωστάκης καί
ή Έλενίτσα άδειασαν τούς κουμπαράδες των καί άγόρασαν δυο σφυρίχτρες, τρία
μπαλόνια χρωματιστά, δυό μανδηλάκια, ένα ζευγάρι κάλτσες, μιά κουβαρίστρα κι
ένα κτένι.
Τό πρωί τής
παραμονής τά παιδιά έστόλισαν τό δένδρο. Έτοποθέτησαν σε ολα τά μέρη
άσπρα μικρά κεράκια. Έπειτα σέ διάφορα μέρη εκρέμασαν τά δώρα.
65· ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Είναι παραμονή Χριστουγέννων.
Πολύ πρωί
σήμερα τά παιδιά τής τρίτης τάξεως έβγήκαν νά είπουν τά κάλαντα. Είναι χωρισμένα
σε δυο ομάδες, γιά νά τελειώσουν γρήγορα.
Στήν ομάδα των
άγοριών είναι άρχηγός ό Κωστάκης καί στήν ομάδα των κοριτσιών ή Έλενίτσα.
Όσα χρήματα
μαζέψουν σήμερα θά τά δώσουν ν' άγοράσουν πρωτοχρονιάτικα δώρα γιά τά σεισμόπληκτα
πτωχά καί ορφανά παιδάκια.
Προχωρούν τώρα
τά παιδιά στή γραμμή. Μπροστά πηγαίνουν τά παιδιά, πού κρατούν μιά εκκλησίτσα, πού έκαμαν από χαρτόνι.
Ακολουθεί ένα
παιδί μέ τό κουτί, πού βάζουν τά χρήματα, καί πίσω τά παιδιά μέ τά σιδερένια
τρίγωνα. Δυο παιδιά κρατούν φυσαρμόνικες.
Τάκ! τάκ!
κτυπούν τις θύρες τών σπιτιών καί οί
νοικοκυραίοι άνοίγουν πρόθυμα, γιατί, ξεύρουν για ποιό σκοπό τά παιδιά
τραγουδούν τα κάλαντα.
Τά παιδιά τραγουδούν, ένω οί φυσαρμόνικες καί τά
τρίγωνα συνοδεύουν τό τραγούδι τους :
Καλήν ήμέραν,
άρχοντες, άν είναι ορισμός σας,
Χριστού την θείαν γέννησιν νά ’πώ
στ' αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον έν Βηθλεέμ
τη πόλει, οί ούρανοί άγάλλονται, χαίρετ' ή φύσις ολη.
Έν τω σπηλαίω τίκτεται, έν φάτνη
των άλογων, ό Βασιλεύς των ούρανών, ό Ποιητής των όλων.
Οί
νοικοκυραίοι ρίχνουν στό κουτί χρήματα,ένω τά παιδιά συνεχίζουν :
Σ’ αύτό τό σπίτι τό ψηλό πέτρα νά
μή ραγίση κι ό νοικοκύρης τού σπιτιού χίλια χρόνια νά ζήση.
Τά παιδιά ποτέ
δέν είπαν τά κάλαντα μέ περισσότερη χαρά καί υπερηφάνεια άπό τώρα, πού έκαμαν
τό χρέος των στά σεισμόπληκτα παιδάκια των νησιών μας καί τής Θεσσαλίας.
—
Εμπρός, παιδιά, τά κάλαντα !
Αμέσως άρχισαν όλα νά ψάλλουν μέ μιά φωνή τά κάλαντα :
Καλήν ήμέραν, άρχοντες, άν είναι
όρισμός σας...
Την ίδια στιγμή ή δασκάλα τής
πρώτης άναβε τά κεράκια του δένδρου.
Σε λίγο όλο τό
δένδρο έφεγγοβολοΰσε.
Τό φως των κεριών έπεφτε στά
διάφορα πράγματα τοΰ δένδρου καί τά έκαμνε νά λάμπουν. Πιο πολύ άστραφταν τά
ζαχαρωτά καί τά σοκολατά- κια, πού ήσαν διπλωμένα σέ χρυσά χαρτιά.
Ολα τά άλλα δώρα, κουκλάκια,
σφυρίχτρες, είκονίτσες, κτένες, βουρτσάκια, βραχιολάκια, έφάνταζαν καί
έλαμπύριζαν μέ τά όμορφα χρώματά των ! Επάνω άπό τό δένδρο ένα μάτσο άπό μεγάλες
χρωματιστές φούσκες έμοιαζε, καθώς εφωτίζετο άπό κάτω, σάν παράξενο τεράστιο
λουλούδι.
Όταν
έτελείωσαν τά κάλαντα, ό Διευθυντής του σχολείου μέ τά παιδιά τής έκτης έψαλαν τό τροπάριο των Χριστουγέννων :
Ή παρθένος
σήμερον...
"Αγγελοι μετά ποιμένων
δοξολογοΰσι μάγοι δέ μετά άστέρος όδοιποροϋσι.
—
Χρόνια πολλά! έφώναξαν ολοι.
—
Χρόνια πολλά! Καί του χρόνου !
'Έπειτα ένα παιδί ντυμένο
"Αι-Βασίλης άρχισε νά μοιράζη τά δώρα, ένφ τά παιδιά έτραγου- δοΰσαν τό
τραγούδι του "Αι - Βασίλη. "Εδωσε γλυκά νηστήσιμα, μήλα, πορτοκάλια.
"Επειτα έμοίρα- σε τά διάφορα παιγνίδια. Τοΰ Κωστάκη του έδωσε ενα
χρωματιστό τόπι καί τής Έλενίτσας μιά μεταξωτή κορδέλλα. Στό τέλος, άψήνοντας
τά μπαλόνια νά πετάξουν, έφώναξε :
—
Εμπρός, παιδιά, οποίος τά πιάση !
ΤΑ, τί έγινε
τότε ! Έσφύριζαν μέ τις σφυρίχτρες, έφώναζαν καί έπηδοΰσαν ολοι κυνηγώντας τά
μπαλόνια. "Ολοι έγελουσαν καί έχαίροντο.
"Επειτα ό "Αι-Βασίλης
έμοίρασε στά πιο πτωχά παιδάκια παπουτσάκια καί φορεσιές.
"Οταν τά έπαιρναν, δέν λέγεται
ή χαρά των. "Ελεγαν ευχαριστημένα :
—
Ευχαριστώ ! Καί τοϋ χρόνου ! Καί έφιλοΰσαν τό χέρι τών
δασκάλων.
Τώρα είχε πιά
νυκτώσει. Ό Διευθυντής είπε :
—
Αύριο, παιδιά, όλοι στήν έκκλησία. Καληνύκτα σας καί
χρόνια πολλά !
Καί σιγά-σιγά άρχισαν νά φεύγουν
εύχαριστημένοι άπό τήν ώραία Χριστουγεννιάτικη εορτή.
67. ΤΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ
|